Αναζήτηση εναλλακτικών λύσεων
Υπάρχουν περιπτώσεις όπου τα παιδιά χρειάζονται βοήθεια για να σκεφτούν διάφορους πιθανούς τρόπους με τους οποίους μπορούν να δράσουν. Οι ευαισθητοποιημένοι γονείς μπορούν να τα βοηθήσουν στην αναζήτηση εναλλακτικών λύσεων και αυτά να διαλέξουν τις λύσεις που τους ταιριάζουν.
Βοηθώντας το παιδί σας να εξετάσει εναλλακτικές λύσεις, ουσιαστικά το βοηθάτε τόσο να ξεκαθαρίσει και να σκεφτεί τις πιθανές επιλογές για την επίλυση του προβλήματος όσο και να αξιολογήσει τον κάθε τρόπο υλοποίησής τους.
Τα βήματα που θα ακολουθήσετε κατά την αναζήτηση εναλλακτικών λύσεων είναι τα εξής:
1. Χρησιμοποιείστε την αντανακλαστική ακοή για να αντιληφθείτε και να κατανοήσετε τα συναισθήματα του παιδιού. («Είσαι θυμωμένος…», «Μου φαίνεται ότι νιώθεις…»)
2. Αναζητείστε εναλλακτικές λύσεις δραστηριοποιώντας την επινοητικότητα και τη φαντασία τη δική σας και του παιδιού. («Θέλεις να εξετάσουμε μερικά πράγματα που θα μπορούσες να κάνεις;», «Αν σ’ ενδιαφέρει να τα πας καλύτερα στο σχολείο, τι θα μπορούσες να κάνεις;») Πάρτε από το παιδί όσο το δυνατόν περισσότερες ιδέες.
3. Βοηθήστε το παιδί να διαλέξει μια λύση και να αξιολογήσει τις διάφορες δυνατότητες. («Ποια ιδέα νομίζεις ότι είναι η καλύτερη;»)
4. Συζητείστε τα πιθανά αποτελέσματα που θα έχει η απόφασή του. («Τι νομίζεις ότι θα συμβεί αν το κάνεις αυτό;»)
5. Ζητείστε από το παιδί μια δέσμευση. («Τι αποφάσισες να κάνεις;», «Πότε θα το κάνεις αυτό;»)
6. Προγραμματίστε μια ώρα για αξιολόγηση. («Πόσο καιρό θα κρατήσει αυτή η ενέργειά σου;», «Πότε θα το ξανασυζητήσουμε;»)
Ίσως υπάρξουν περιπτώσεις που το παιδί δεν μπορεί να βρει ικανοποιητικές λύσεις, γιατί δεν διαθέτει την ανάλογη πείρα. Στις περιπτώσεις αυτές, κάντε τις προτάσεις σας με μορφή υποθέσεων: «Τι νομίζεις ότι θα μπορούσε να συμβεί αν εσύ…»
Περιορίστε όσο γίνεται τις προτάσεις σας, ώστε το παιδί να μην εξαρτάται από εσάς για την επίλυση των προβλημάτων του. Έχει μεγάλη σημασία να επιλέξετε την κατάλληλη στιγμή καθώς πρέπει πρώτα να υπάρξει ουσιαστική επικοινωνία, προκειμένου να είναι αποτελεσματική η παρέμβασή σας για την αναζήτηση εναλλακτικών λύσεων.
Ποιος έχει το πρόβλημα
Οι τεχνικές της αντανακλαστικής ακοής και της αναζήτησης εναλλακτικών λύσεων είναι ιδιαίτερα βοηθητικές όταν το πρόβλημα αφορά κυρίως το παιδί. Με τους ακόλουθους τρόπους μπορείτε να αποσαφηνίσετε ποιον επηρεάζει ιδιαίτερα το πρόβλημα:
1. Το παιδί εμποδίζεται να ικανοποιήσει μια ανάγκη του (π.χ. τσακώθηκε με έναν συμμαθητή του και είναι στενοχωρημένο). Το πρόβλημα δεν επηρεάζει το γονέα, αλλά αφορά αποκλειστικά το παιδί.
2. Το παιδί ικανοποιεί τις δικές του ανάγκες, δεν εμποδίζεται από κανέναν και η συμπεριφορά του δεν εμποδίζει τους γονείς ∙ άρα, δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα στη σχέση γονέων – παιδιού.
3. Το παιδί ικανοποιεί τις δικές του ανάγκες και δεν συναντάει κανένα εμπόδιο. Η συμπεριφορά του, όμως, δημιουργεί πρόβλημα στους γονείς, επειδή επεμβαίνει στις δικές τους υποθέσεις (π.χ. το παιδί παρακολουθεί τηλεόραση σε δυνατή ένταση και δεν αφήνει τους γονείς να κοιμηθούν). Τώρα οι γονείς έχουν το πρόβλημα.
Αφού καθορίσετε ποιον αφορά το πρόβλημα μπορείτε να περάσετε στην διαχείριση/αντιμετώπιση του. Αν το πρόβλημα επηρεάζει αποκλειστικά το παιδί σας τότε μπορείτε (να αποφασίσετε) είτε να δράσετε ενεργά αναζητώντας και προτείνοντας τρόπους αντιμετώπισης του προβλήματος στο παιδί ή να το αφήσετε αρχικά να αντιμετωπίσει από μόνο του τις συνέπειες του προβλήματος και εάν χρειαστεί να παρέμβετε αργότερα για να το βοηθήσετε. Στην περίπτωση που το πρόβλημα αφορά κατά κόρον εσάς υπάρχουν διάφοροι τρόποι για να το αντιμετωπίσετε, τους οποίους θα εξετάσουμε στη συνέχεια.
Μηνύματα στο Πρώτο Πρόσωπο (Εγώ…)
Όταν μιλάτε με τα παιδιά σας, είναι πολύ βοηθητικό να σκέφτεστε πώς γίνονται αντιληπτά τα μηνύματά σας από το παιδί στο δεύτερο πρόσωπο (Εσύ…) και πώς στο πρώτο πρόσωπο (Εγώ…)
Το μήνυμα που εκφράζεται στο δεύτερο πρόσωπο (Εσύ…) συνήθως κατηγορεί και κατακρίνει το παιδί. Υπονοεί ότι φταίει ∙ είναι μια επίθεση με λόγια.
Αντίθετα, το μήνυμα στο πρώτο πρόσωπο (Εγώ…) περιγράφει απλώς πώς νιώθετε με τη συμπεριφορά του παιδιού. Το μήνυμα αυτό έχει για κέντρο εσάς και όχι το παιδί. Πληροφορεί για το πώς νιώθετε ∙ δεν κατηγορεί. Τα μηνύματα στο πρώτο πρόσωπο εκφράζουν τι νιώθει αυτός που τα εκπέμπει. Μεγάλη σημασία έχουν τα στοιχεία που δίνουμε σε μη λεκτικό επίπεδο, όπως ο τόνος της φωνής ή η έκφραση του προσώπου. Ένα μήνυμα στο πρώτο πρόσωπο (Εγώ…) που το εκπέμπουμε με θυμό, μετατρέπεται σε μήνυμα στο δεύτερο πρόσωπο (Εσύ…), που δείχνει εχθρότητα.
Αυτό δε σημαίνει ότι δεν θα έπρεπε ποτέ να θυμώνουμε με τα παιδιά μας. Η διαφορά δε βρίσκεται στο θυμό, αλλά στο σκοπό του θυμού. Σκοπός μας μπορεί να είναι να ελέγξουμε, να νικήσουμε ή να εκδικηθούμε. Είναι καλό να συνειδητοποιήσουμε πόσο συχνά χρησιμοποιούμε το θυμό. Η συχνή χρήση του θυμού μπορεί να φέρει τα ακόλουθα αποτελέσματα:
1. Ενισχύεται ο σκοπός του παιδιού, αν σκοπός του είναι η υπεροχή ή η εκδίκηση. Μόλις θυμώνετε, το παιδί ξέρει ότι έχει πετύχει την προσπάθειά του να σας προκαλέσει.
2. Δυσκολεύεται η επικοινωνία. Το παιδί νιώθει ότι απειλείται αμύνεται ή αντεπιτίθεται.
Αν η σχέση γονιού – παιδιού βασίζεται στον αμοιβαίο σεβασμό, ο περιστασιακός θυμός μπορεί να ξεκαθαρίσει την ατμόσφαιρα και να καλλιεργήσει την επικοινωνία. Αν όμως η σχέση μεταξύ τους χαρακτηρίζεται από συχνές διαμάχες, τότε η χρήση του θυμού μπορεί να βλάψει ακόμα περισσότερο. Αν η σχέση με τα παιδιά σας ανήκει στη δεύτερη κατηγορία, καλό θα είναι να συνειδητοποιήσετε το σκοπό του θυμού σας και να αναζητήσετε εναλλακτικές τρόπους εκτόνωσής του και όχι να το χρησιμοποιείτε ως μέσο επικοινωνίας με τα παιδιά σας
Πώς θα φτιάξετε ένα μήνυμα στο πρώτο πρόσωπο (Εγώ…)
Πριν εκφράσετε στο παιδί την αποδοκιμασία σας σκεφτείτε πως συνήθως δεν είναι η συμπεριφορά του παιδιού αυτή καθ’ αυτή που μας δυσαρεστεί, αλλά μάλλον οι ενοχλητικές συνέπειες της συμπεριφοράς σε σας. Γι’ αυτό το λόγο, θα ήταν καλό όταν λέτε στα παιδιά πώς νιώθετε σχετικά με τη συμπεριφορά τους, δείξτε τους ότι τα συναισθήματά σας (θετικά ή αρνητικά) έχουν σχέση με τις συνέπειες της συμπεριφοράς τους και όχι με την ίδια τη συμπεριφορά.
Λόγω του ότι σκοπός μας είναι να επικεντρώσουμε την προσοχή στις συνέπειες που έχει σε μας αυτή η συμπεριφορά, παρά στην ίδια τη συμπεριφορά, ενδείκνυται τα μηνύματα που θα εκφράσουμε λεκτικά να είναι σε πρώτο πρόσωπο (Εγώ…). Ένα μήνυμα πρώτου προσώπου σχηματοποιείται και αποτελείται από τα εξής τρία μέρη:
1. Περιγράψτε τη συμπεριφορά που σας εμποδίζει (περιγράψτε απλώς ∙ μην κατηγορείτε). «Όταν δεν τηλεφωνείς ή δε γυρίζεις σπίτι μετά το σχολείο…»
2. Εκφράστε πώς νιώθετε για τη συνέπεια που έχει σε εσάς αυτή η συμπεριφορά. «… ανησυχώ μήπως σου έχει συμβεί κάτι…»
3. Αναφέρετε τη συνέπεια. «… επειδή δεν ξέρω πού βρίσκεσαι.»
Συνεπώς, ένα μήνυμα στο πρώτο πρόσωπο συνήθως αναφέρεται σε τρία στοιχεία:
1. Συμπεριφορά
Όταν εσύ… (περιγράψτε τη συμπεριφορά του)
2. Συναίσθημα
Νιώθω… (αναφέρετε το συναίσθημά σας)
3. Συνέπεια
Επειδή… (αναφέρετε τη συνέπεια)
Αν θέλετε να βελτιώσετε τη σχέση σας με το παιδί σας, βρείτε την κατάλληλη στιγμή για μια ανοιχτή και φιλική συζήτηση. Συνήθως είναι καλύτερο να μην προσπαθείτε να μιλήσετε κατά τη διάρκεια μιας διαμάχης ή ενός καβγά. Στις ώρες αυτές είναι προτιμότερο να αποσυρθείτε από το «πεδίο της μάχης», διατηρώντας τον αμοιβαίο σεβασμό. Όταν εκδηλώνετε σεβασμό κατά τη διάρκεια μιας διαμάχης, ανοίγετε το δρόμο για μια ανοιχτή συζήτηση αργότερα.
Βιβλιογραφία:
Dinkmeyer, D., McKay, G., D., (1976). Parent’s Handbook, American Guidance Service, Inc.