Είναι εξαιρετικά σημαντικό οι γονείς να ενισχύουν την ανεξαρτητοποίηση του παιδιού, ώστε αυτό να καταστεί σταδιακά μια αυτόνομη οντότητα, που μπορεί να στηριχτεί στις δυνάμεις του.
Θα βοηθήσουμε τα παιδιά να αποκτήσουν ανεξάρτητη προσωπικότητα, με την παραχώρηση πρωτοβουλιών και τη δυνατότητα να συμμετέχουν ενεργά στην επίλυση των προβλημάτων τους, αφομοιώνοντας με τον τρόπο αυτό σημαντικά διδάγματα, καθώς θα μαθαίνουν από τα λάθη τους.
Δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός πως άτομα που αναπτύσσουν δεσμούς εξάρτησης, βιώνουν αισθήματα ανικανότητας, αναξιότητας, πικρίας, απογοήτευσης, δυσφορίας και θυμού.
Οι ευκαιρίες προαγωγής της αυτονομίας των παιδιών είναι καθημερινές και απεριόριστες. Παρακάτω παρατίθενται τεχνικές που θα ενθαρρύνουν το παιδί να βασίζεται περισσότερο στις δικές τους, παρά στις δικές μας δυνάμεις.
1. Δώστε στο παιδί ευχέρεια επιλογής. Η παροχή πληθώρας επιλογών στο παιδί προσφέρει ανεκτίμητα πρακτικά εφόδια στη διεργασία λήψης αποφάσεων. Αναμφίβολα, είναι πολύ δύσκολο για έναν ενήλικο, ο οποίος καλείται να προβεί σε επιλογές σχετικές με τη σταδιοδρομία ή την προσωπική του ζωή, να το πράξει με επιτυχία όταν δεν έχει μάθει να ασκεί την κριτική του ικανότητα. Για το παιδί, κάθε επιλογή, όσο ασήμαντη κι αν φαίνεται, είναι γι’ αυτό μια ευκαιρία ανάληψης μερικού ελέγχου της ζωής τους: «Μ’ ενοχλεί όταν χτυπάς τις παλάμες στο τραπέζι. Υπάρχουν δύο επιλογές: να σταματήσεις και να μείνεις στην τραπεζαρία ή να συνεχίσεις το θόρυβο στο δωμάτιό σου. Εσύ αποφασίζεις.»
2. Αντιμετωπίστε με σεβασμό την προσπάθεια του παιδιού. Όταν εκτιμάται η προσπάθειά του, το παιδί βρίσκει τα ψυχικά αποθέματα να διεκπεραιώσει το καθήκον χωρίς βοήθεια. Οι δηλώσεις του τύπου «δοκίμασε, εύκολο είναι» μόνο προτρεπτικές δεν είναι. Διότι αν το παιδί εκτελέσει επιτυχώς το «εύκολο» εγχείρημα, θα νιώσει πως δεν έκανε τίποτα σπουδαίο. Αν, αντίθετα, αποτύχει, θα μείνει με την πικρία ότι δεν μπόρεσε να διεκπεραιώσει κάτι απλό. Αν του πούμε, όμως, «δεν είναι εύκολο» ή «αυτό είναι δύσκολο», περνάμε διαφορετικά μηνύματα. Αν η προσπάθεια επιτύχει, το παιδί θα νιώσει την ικανοποίηση της επίτευξης ενός δύσκολου στόχου. Αν, πάλι, αποτύχει, θα το παρηγορήσει η σκέψη ότι το εγχείρημα ήταν δύσκολο να πραγματοποιηθεί. («Μερικές φορές βοηθάει να τραβάς το φερμουάρ μέχρι κάτω πριν το ανεβάσεις.»)
3. Αποφύγετε την υποβολή πολλών ερωτήσεων. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα πάψετε να ρωτάτε τα παιδιά σας. Είναι σημαντικό να αποκτήσετε συνείδηση των ενδεχόμενων επιπτώσεων που θα προκύψουν από τα υποβληθέντα ερωτήματα. Οι πολλές ερωτήσεις ενδέχεται να εκληφθούν ως προσπάθεια εισβολής στον «προσωπικό χώρο» του άλλου. Το παιδί θα μιλήσει όταν το κρίνει σκόπιμο και θα πει αυτά που θέλει να πει.
4. Μη σπεύδετε να δώσετε απαντήσεις. Όταν τα παιδιά υποβάλλουν ερωτήσεις, καλό είναι να τους δίνεται το περιθώριο να βρουν μόνα τους την απάντηση. «Τι είναι το ουράνιο τόξο;», «Είναι ανάγκη να πάω στο πανεπιστήμιο;» Συχνά οι γονείς νιώθουν στριμωγμένοι από την υποβολή παρόμοιων ερωτήσεων και αναζητούν άμεσες ενδεδειγμένες απαντήσεις. Είναι ιδιαίτερα ωφέλιμο να τους «επιστρέφουμε» τα ερωτήματα: «Σου γεννήθηκε η απορία, βλέπω.», «Εσύ τι λες;».
5. Ενθαρρύνετε την προσφυγή σε εξωγενείς πηγές. Χρειάζεται να δημιουργήσουμε στα παιδιά την αίσθηση ότι δεν εξαρτώνται αποκλειστικά από εμάς. Ο εκτός σπιτιού κόσμος μπορεί μερικές φορές να προσφέρει διέξοδο στο πρόβλημά τους. Έχει διαπιστωθεί πως οι εξωγενείς πηγές θα βαρύνουν πολύ περισσότερο από το λόγο της μαμάς και του μπαμπά.
6. Μην αποστερείτε την ελπίδα. Αντί να προετοιμάζετε τα παιδιά να απογοητευτούν, αφήστε τα να δοκιμάσουν τις δυνάμεις τους και να αποκτήσουν εμπειρίες. Η συνεχής προστασία των παιδιών από τον κίνδυνο της απογοήτευσης, έχει παράλληλα ως συνέπεια το «γκρέμισμα» των ονείρων και των προσδοκιών, τη μείωση της προσπάθειας και μερικές φορές τη μη υλοποίηση των στόχων.
Περαιτέρω τρόποι προαγωγής της αυτονομίας:
1. Αφήστε το παιδί να ορίζει το σώμα του. Δε χρειάζεται συνεχώς να του κουμπώνετε το μπουφάν, να του βγάζετε τα παπούτσια, να τινάζετε τη σκόνη από τα ρούχα του. Τα παιδιά αντιμετωπίζουν συνήθως τέτοιου είδους παρεμβάσεις ως «εισβολή» στη σωματική τους επικράτεια.
2. Μην εμπλέκεστε στις μικρολεπτομέρειες της ζωής του. Τα παιδιά ενοχλούνται ιδιαίτερα όταν ακούν φράσεις του τύπου «Παραμέρισε τα μαλλιά από τα μάτια σου… Κούμπωσε το παντελόνι σου… Σε τέτοια χαζά ξοδεύεις το χαρτζιλίκι σου;… Γιατί γράφεις με τη μύτη κολλημένη στο χαρτί;… κ.ά.»
3. Μη σχολιάζετε το παιδί μπροστά του – όσο μικρό κι αν είναι: «Στην πρώτη τάξη στενοχωριόταν το κακόμοιρο, επειδή δεν τα πήγαινε καλά στο γράψιμο.», «Μην της δίνεις σημασία. Είναι λιγάκι ντροπαλή.» Όταν τα παιδιά ακούν τους ενηλίκους να αναφέρονται σε αυτά με τέτοιο τρόπο, νιώθουν σαν να είναι «κτήμα» των γονέων τους.
4. Αφήστε το παιδί να απαντήσει στις ερωτήσεις που το αφορούν. Ο γονέας καλείται πολύ συχνά να απαντήσει σε ερωτήσεις του τύπου «Του αρέσει του Παύλου το σχολείο;», «Πώς τα πάει με το μωρό;». Η καλύτερη ένδειξη σεβασμού της αυτονομίας του παιδιού είναι να δοθεί σ’ αυτόν που ρωτάει η εξής απάντηση: «Ρώτα τον Παύλο. Αυτός ξέρει καλύτερα.»
5. Περιμένετε να περάσει ο χρόνος. Μερικές φορές το παιδί επιθυμεί πολύ κάτι, αλλά δεν είναι ψυχολογικά ή σωματικά έτοιμο για να πραγματοποιήσει την επιθυμία του. Αντί να πιέζουμε ή να εκβιάζουμε καταστάσεις και να φέρνουμε το παιδί σε δύσκολη θέση, ας εκφράσουμε καλύτερα τη βεβαιότητα ότι οι συνθήκες θα ωριμάσουν. Αν, για παράδειγμα, η μικρή Αμαλία θέλει να πάει για κολύμπι με τα άλλα παιδιά, αλλά φοβάται τη θάλασσα, μπορείτε να απαντήσετε κάπως έτσι: «Δεν ανησυχώ. Όταν νιώσεις έτοιμη, θα κολυμπήσεις.»
6. Αποφύγετε να λέτε αμέσως «Όχι». Κάποια παιδιά εκλαμβάνουν την άρνηση ως «κήρυξη πολέμου», ως στέρηση της αυτονομίας τους και επιστρατεύουν όλες τις δυνάμεις τους για να «αντεπιτεθούν» απαντώντας: «Γιατί όχι;», «Είσαι κακιά!», «Σε μισώ!»
Εναλλακτικές της άρνησης λύσεις:
Α. Δώστε πληροφορίες (αποφεύγοντας τη χρήση του «όχι»).
Παιδί: Μπορώ να πάω τώρα στην Ελένη να παίξω;
Γονέας: Σε πέντε λεπτά τρώμε.
Μετά την πληροφορία αυτή το παιδί ενδέχεται να σκεφτεί πως δεν είναι κατάλληλη στιγμή για να πάει στη φίλη του.
Β. Αποδοχή των συναισθημάτων.
Παιδί (στο πάρκο): Δε θέλω να πάμε σπίτι. Δε γίνεται να μείνουμε κι άλλο;
Γονέας: Βλέπω πως αν ήταν στο χέρι σου θα έμενες πολλή ώρα ακόμα. (Πιάνετε το παιδί από το χέρι) Είναι δύσκολο να φεύγεις από ένα μέρος που σου αρέσει τόσο.
Συχνά, οι αντιστάσεις μας μειώνονται όταν οι άλλοι καταλαβαίνουν πώς νιώθουμε.
Γ. Περιγράψτε το πρόβλημα.
Παιδί: Μαμά, μπορείς να με πας τώρα στο πάρκο;
Γονέας: Θα ήθελα να σε πάω τώρα, αλλά το πρόβλημα είναι πως περιμένω τον υδραυλικό να έρθει σε μισή ώρα.
Δ. Αν είναι δυνατόν αντικαταστήστε την άρνηση με μια κατάφαση.
Παιδί: Γίνεται να πάμε στην παιδική χαρά;
Γονέας: Ναι, βέβαια! Αμέσως μετά το φαγητό!
Ε. Δώστε στον εαυτό σας χρονικό περιθώριο να σκεφτεί.
Παιδί: Γίνεται να κοιμηθώ απόψε στο σπίτι του Μάρκου;
Γονέας: Άσε με να το σκεφτώ λιγάκι.
Με την απάντηση αυτή εκτονώνεται η ένταση του παιδιού και δίνεται στο γονέα το περιθώριο να επεξεργαστεί την άποψή του απέναντι στο αίτημα του παιδιού.
Βιβλιογραφία:
Faber, A., Mazlish, E., (1999). How to talk so kids will listen and listen so kids will talk, Collins